Παρασκευή 19 Δεκεμβρίου 2008

Τα ζόμπι δεν είναι χαρτοφάγα

(23.11.2008)


Μεσοβδόμαδα συνάντησα στο δρόμο έναν θεούσο γείτονα, από αυτούς που παριστάνουν τις κολώνες της ηθικής ενώ έχουν κάνει όλες τις βρομιές που περιγράφονται στην παλαιά διαθήκη. Πρώην εφοριακός, τοκογλύφος, ρουφιάνος, πιαστράκιας, μπινές, όλα τα καλά τα είχε πάνω του. Οικογενειάρχης, πατριώτης και θρησκευόμενος κατά τα άλλα. Συνήθως όποτε τον βλέπω, αλλάζω πεζοδρόμιο για να τον αποφύγω. Όχι γιατί μου σκοτίζει τ’ αυτιά (και κάτι άλλο πιό χαμηλά) με τις ηλίθιες απόψεις του περί αμαρτίας, μετάνοιας, μέλλουσας ζωής, και ορθότητας μόνο του δικού του δόγματος -πράγμα που το κάνει ανελλιπώς-, αλλά γιατί σιχαίνομαι ολόκληρη την ύπαρξή του.
Αυτή τη φορά άλλαξε κι αυτός πεζοδρόμιο και στάθηκε απέναντί μου.
“ Να σου κάνω μια ερώτηση;”
“ Ναί, μία όμως.”
“...Την Τζένεραλ Μότορς και την Σίτιμπανκ, πώς τις βλέπεις;”
Η ερώτηση ήταν προμελετημένη για να με αφήσει κάγκελο. Ομολογώ ότι για δύο δευτερόλεπτα ξαφνιάστηκα, όπως όταν σου παίρνει κανείς την μπάλα από τα πόδια με τάκλιν. Ύστερα, επειδή έχω μάθει να προσαρμόζομαι γρήγορα στο φύλλο που μου μοιράζουν, έκανα ότι δεν έτρεχε τίποτα.
“ ...Καλές είναι και οι δύο.”
“ Κάποιος φίλος μου είπε να σε ρωτήσω επειδή κατέχεις.”
“ Το μόνο που κατέχω είναι ο τζόγος, αλλά καλύτερα μη με ρωτάς.”
“ Τη δική μας την Εθνική πώς την βλέπεις;”
“ Δύο.”
“ Τί δύο; Δύο ευρώ;”
“ Δύο ερωτήσεις... Είχες μία, την έφαγες. Αυτή είναι η δεύτερη... Σ’ αφήνω τώρα, γιατί έχω δουλειά.”
“ Έλα ρε γειτονόπουλο... Τη γνώμη σου θέλω. Μιά λέξη.”
“ Strong Buy… Αγόρασέ την,” είπα και την κοπάνησα.
“ Σήμερα;”
“ Άντε... γειαά.”
“ Κάποια μέρα θα γυρίσεις στο δρόμο του Θεού,” μου φώναξε από μακριά.
“ Ναί, θα πάω στο Άγιο Όρος να στήσω μια μπαρμπουτιέρα, γιατί άκουσα ότι δεν έχουν.”

...Αν πιστεύω στα θαύματα; Φυσικά και πιστεύω. Το ότι υπάρχουμε ως χώρα, ως λαός και ως άτομα, θαύμα είναι. Όμως με τα μάτια μου ένα θαύμα έχω δεί όλο κι όλο στη ζωή μου: Το θαύμα του ’99. Τότε που οι φτωχοί έγιναν πλούσιοι για ένα μήνα. Όλοι το θαυμάσαμε τότε και όλοι βλέπουμε την κατάληξη τώρα.

Στο Ντητρόιτ, είχα πάει πιτσιρικάς. Ήταν λες και ζούσα φιλμ-νουάρ του ’48 χωρίς τις μοιραίες γυναίκες. Όλες οι σύγχρονες ήταν συμπαθητικές αλλά κακομοιραίες. Από τότε δεν ξαναπήγα, ούτε το βλέπω να ξαναπηγαίνω γιατί αισθάνομαι ανεπιθύμητος. Ο δεινόσαυρος που λέγεται Τζένεραλ Μότορς έπρεπε να έχει σπάσει σε κομμάτια ή να έχει κλείσει εδώ και τουλάχιστον 25 χρόνια. Έχει καταντήσει χειρότερη κατάρα κι από την Ολυμπιακή. Αυτή δεν είναι εταιρεία, είναι το παλτό του Φρανκενστάιν. Νεκροταφείο των αποτυχημένων μάνατζερς. Λή Αϊακόκα και νοθευμένη κόκα. Τα δικά μας σαπάκια της επιτήρησης έχουν περισσότερο μέλλον και καλύτερους νταραβεριτζήδες.

Πρίν κάμποσα χρόνια ήταν να επενδύσω και στην Citi. Μου έστειλαν από ένα γραφείο του Λονδίνου τα ενημερωτικά και κάθησα να τα διαβάσω. Όταν είδα ότι ο επενδυτικός της βραχίονας που θα αναλάμβανε τα λεφτά μου ήταν σε φορολογικό παράδεισο, και η μητρική είχε την ουρά της απέξω από ενδεχόμενη “συστημική κρίση”, -διάβαζε “χασούρα”- είπα “άστο καλύτερα”.

Φαινομενικά η Εθνική είναι πιο “υγιής” κι από τις δύο μαζί. Το πόσο αποτιμάται η “υγεία” της, θα το δείξει σύντομα το ταμπλώ.


Πιο παλιά, στο ξεκίνημα, έπαιζα νομίσματα. Μάρκο, δολάριο, γέν. Άλλο χάλι κι αυτά. Είχα κάποιες επιτυχίες λόγω ταξιδιών αλλά δεν υπάρχει πολλή γνώση εκεί. Μόνο τζόγος. Και στον τζόγο ο παίκτης δεν κερδίζει. Σιχαίνομαι τον τζόγο και τους ναούς του. Όλη αυτή η αρνητική ενέργεια που ενεδρεύει εκεί με αρρωσταίνει. Έχω κάνει περιστασιακά τον οικοδόμο, τον μπογιατζή, τον σεκιουριτά, τον αγρότη, ακόμα και κομπρεσέρ για μισό φεγγάρι. Ο Αλβανός των Αλβανών. Χίλιες άθλιες δουλειές. Και μια καλή. Και όλα τα είδη του τζόγου ενδιάμεσα. Και στο τέλος οι δικοί σου άνθρωποι να σε κυνηγάνε να σε σκοτώσουν, τυφλωμένοι από την μοχθηρία και την ζήλια. Και να μοιράζουν σφαίρες ολόγυρα. “Με αυτές να τον φάτε τον αλήτη”. Τα έχω δει σχεδόν όλα.

Η ζωή έχει απίστευτα πάνω-κάτω, όταν παίζεις το σύμπαν στο όριο. Αν μου έλεγε κάποιος πριν δέκα χρόνια πού θα βρισκόμουν σήμερα δεν θα το πίστευα. Αν μου πεί σήμερα πού θα βρίσκομαι μετά από πέντε χρόνια, πάλι δεν θα το πιστέψω. Τέλος πάντων. Δεν ξέρω ποιός έχει δίκιο, αυτός που φυλάει τη ζωούλα του και τα λεφτάκια του ή ο άλλος που τα σκίζει όλα χωρίς να σκέφτεται το αύριο; Υποθέτω ότι είναι και οι δύο όψεις του ίδιου νομίσματος. Όπως στο στρίψιμο, λες “κορώνα” ή “γράμματα” αλλά ουσιαστικά δεν επιλέγεις, έτσι και στη ζωή. Παίρνεις τον δρόμο που υπαγορεύει το γονίδιό σου, αυτόν που μπορείς να υποφέρεις, όχι τον άλλο.


Πληροφορία δεν έχω παίξει ποτέ. Και από τις 100 φορές που δεν έπαιξα, μετάνιωσα μόνο τις δύο.

Χρόνια πολλά με αγάπη και εκτίμηση. Να σε παίρνει ο διευθύνων σύμβουλος της ΑΧΕ ανήμερα στην γιορτή σου για να σου ευχηθεί και να σου λέει έχω σοβαρή πληροφορία. Μόνο για σένα, λόγω της ονομαστικής σου . Πάρε Τσιτσιμπαρδίν στα 2 ευρώ, θα πάει 4 άμεσα. Και από τα 2 να πηγαίνει στο 0,70 απνευστί η πουτάνα. Ούτε λίγο πάνω για ξεκάρφωμα. Και να ξεφορτώνουν αυτός και ο κολλητός του ο εισηγμένος. Για τέτοιους σοβαρούς μπινέδες μιλάμε. Γιωτάκηδες και αλλαξοκώληδες, ψευτοκυριλέ με τα λεφτά και τα κονέ του μπαμπά. Τζάμπα τα χρόνια στα κολέγια της πουρής Αλβιόνας. Ούτε σωστά αγγλικά δεν μιλάνε και το παίζουν. Καριέρες φτιαγμένες με αλλεπάλληλες ρουφιανιές, πουλήματα, και αδικίες. Διευθυντικές καρέκλες γεμάτες γλίτσα και σκατό. Άλλα να σου λένε την Κυριακή το βράδυ και την Δευτέρα το πρωί να τα έχουν γυρίσει 180 μοίρες. Κι αφού τελειώσουν οι πελάτες, οι γνωστοί και οι συνάδελφοι, αρχίζουν και πουλάνε τους φίλους. Τους έβαλα χέρι. Έναν πήγα να τον δείρω μέσα στο γραφείο του με τις μαλακίες που μου ‘λεγε. Νόμιζε ότι μίλαγε σε κανένα μαύρο από το υπηρετικό προσωπικό του. Ρε, του λέω, εσύ κλάνεις μόνος σου στη γραφειάρα των 60 τετραγωνικών και στο ντήλινγκ ρούμ τα παιδιά δεν χωράνε να σηκωθούν ούτε για να πάνε για κατούρημα; Ο τελευταίος στη γωνία πρέπει να σηκώσει τέσσερις αντικριστές για να βγεί, εκτός κι αν κάνει πιπί στο πλαστικό κυπελάκι του φραπέ του. Dixie cups, ήταν και συγκρότημα. Κόψε ρε μιά φέτα πέντε τετραγωνικά από το μπουντουάρ σου, αφού έχετε μεσοτοιχία γυψοσανίδας, και δώστα στους ανθρώπους να κάνουν σωστά τη δουλειά τους. Αυτοί βγάζουν και το δικό σου βρομομισθό, παλιολινάτσα.


Παράγωγα: Είναι συντομoγραφία της φράσης “παράγω γα-μήσια”. Αν το έχετε ξανακούσει, τώρα ξέρετε ότι η αφεντιά μου το πρωτοείπε αυτό στις αρχές της δεκαετίας. Το όνομά μου φιγουράρει στους 300. Όχι του Λεωνίδα, αλλά στους πρώτους 300 κωδικούς της ΕΤΕΣΕΠ, κατά χρονολογική σειρά, στα τέλη του ‘99. Μαζί με μάρκετ μέικερς, τράπεζες, αμοιβαία, hedge funds, μεγαλοκαρχαρίες, λαμόγια όλου του πλανήτη, κι εγώ. Έστειλαν μια φουρνιά άβγαλτα παιδάκια με μάστερς να μαζέψει το χρήμα. Κι αυτά πούλησαν την ψυχή τους στους δαίμονες για έναν μισθούλη. Δεν ξέρω πού βρίσκονται σήμερα κι αν εξακολουθούν να κάνουν την ίδια δουλειά. Ούτε και μ’ ενδιαφέρει.

...Από πού να αρχίσω και πού να τελειώσω. Προμήθειες που σκοτώνουν, αν τις συγκρίνεις με τις προμήθειες των μετοχών, απίστευτη γκανιότα με το premium και το discount να σου κόβουν στεγνά το λαρύγγι και απαράδεκτες τιμές στα call και put δικαιώματα. Αν έχω π.χ. μια έμπνευση ότι του χρόνου τον Σεπτέμβριο οι μετοχές θα ανέβουν, οι τιμές που μου δίνουν στα δικαιώματα είναι αστείες. Δεν μπορείς να βγάλεις πολλά λεφτά με τίποτα. Αλλά να χάσεις πολλά είναι ο κανόνας. Το παιχνίδι είναι στημένο έτσι που να κερδίζεις ψίχουλα και να χάνεις καρβέλια. “Δεν έχει βάθος η αγορά”, είναι η προκάτ δικαιολογία του πωπού. “Βάθος” εννοούν “αρκετά κορόιδα, να μαδήσουμε όλοι”. Είδαμε το βάθος και τα αποτελέσματα στην Αμερική. Παράγωγα σε μετοχές; Καλύτερα τις ίδιες τις κωλομετοχές. Μικρότερη προμήθεια και δαγκώνεις όσο μπιφτέκι μπορείς να δαγκώσεις. (Εννοείται ότι σε δαγκώνουν και λιγότερο στην άσχημη). Τις πραγματικές μετοχές τις κρατάς όσο θέλεις. Αν τις έχεις πληρώσει cash, κανείς δεν σου βάζει το πιστόλι στο κεφάλι να πουλήσεις. Τα παράγωγα σε πάνε στην καρμανιόλα. Ακόμα κι αν κάνεις στις δέκα κινήσεις έξη σωστές και τέσσερις λάθος, σε βάθος χρόνου είσαι σίγουρα χαμένος από την γκανιότα. Απλά μαθηματικά. Βάλτε τα κάτω με ειλικρίνεια και θα το δείτε. Και το κοκκαλάκι της νυχτερίδας –όταν το έχεις- δεν σε φυλάει εσαεί.

Αυτό που παίζει τον κύριο ρόλο στα παράγωγα είναι το μέγεθος. Όταν παίζει κάποιος 500 ευρώπουλα, κάνει την πλάκα του και καλά κάνει. Περνάει την ώρα του. Αληθινό μαρούλι όμως δεν πρόκειται να βγάλει. Με τα ίδια θα μπορούσε να παίζει κούκο στο καφενείο της γειτονιάς του, με πολύ καλύτερες πιθανότητες. Οι 500αρηδες δεν θεωρούνται παίκτες, είναι φτωχοί συγγενείς. Σαν τους κερματοχώστες στους κουλοχέρηδες. Τα ακουμπάνε πενηνταράκι-πενηνταράκι, βασανιστικά. Οι επαγγελματίες από αυτούς σε μία ώρα έχουν χάσει 10 ευρώ. Οι καζινάρχες δεν διώχνουν κανέναν. Την θέλουν και τη λιμούρα για να βγαίνει το ηλεκτρικό και το νερό. Πολλή φασαρία και πολύ χασομέρι για το τίποτα. Όμως το χοντρό παιχνίδι είναι εντελώς άλλο τροπάριο. Όταν είσαι μερμήγκι, το πολύ που κινδυνεύεις είναι να σε πατήσουν. Κι αν σε πατήσουν με τρακτερωτή σόλα έχεις πιθανότητες να μην πάθεις τίποτα, αν πέσεις στα κενά που έχει για να φεύγουν τα νερά. Άμα όμως είσαι ελέφαντας ή τίγρης δεν γλυτώνεις με τίποτα. Ούτε stop loss σε σώζει, ούτε η μειξοπαρθένα με τον κρίνο. Σε πυροβολούν όλοι και από όλες τις πάντες και είναι θέμα χρόνου το περήφανο κεφάλι σου να καταλήξει τρόπαιο σε κάποιο τοίχο. Και ώσπουν να συμβεί αυτό, να κινδυνεύεις καθημερινά να φάς εγκεφαλικό με τα σκαμπανεβάσματα του δείκτη. Και η αδρεναλίνη να παλεύει να σου τινάξει τα μελίγγια ώσπου να κλείσει και το εβραιομάγαζο στην άλλη πλευρά του πλανήτη. 24 ώρες το 24ωρο τσιτωμένος, δεν θέλει και πολύ να σκοτώσεις κάποιον ή να σε σκοτώσουν για μια θέση πάρκινγκ, και μπορεί να έχεις και δίκιο. Τι είμαι, κανένας αδέκαρος και ξωφλημένος κασκαντέρ για να ζώ έτσι; Η ζωή είναι ωραία όταν δεν έχεις άγχος και 145 χατζηαβάτηδες να σε παίρνουν τηλέφωνο κάθε πέντε λεπτά και να σε μπριζώνουν.

Και κερασάκι στην τούρτα με τις πουστιές, η γκαντεμιά. Μετά από γκίνια μηνών, έρχεται η ώρα να ψιλορεφάρεις. Η ώρα να στα δώσει. Να πάς ταμείο. Να έχεις 5.000 ευρώ σε δικαιώματα, να κόβεις με μαεστρία ότι η αγορά θα γυρίσει πάνω για μιά μέρα και μετά θα συνεχίσει κάτω, και να τα κάνεις trade για να βγεί ένα αξιοπρεπές μεροκάματο. Να παίρνεις 1.000 ευρώ στο χέρι, και πριν ξημερώσει η επόμενη που είναι να ξανανοίξεις την θέση σου, να σου σκάνε τα αεροπλανάκια στους δίδυμους πύργους και να έχεις διαφυγόν κέρδος 45.000 ευρώ. Σε 5 αρκουδοπαρμένες εργάσιμες! Δικό σου χρήμα. Δεν μπορούσαν να κάνουν την αεροπειρατεία μια μέρα αργότερα τα Χασανάκια; Θα μου πείτε εδώ σκοτώθηκε κόσμος, εσύ σκέφτεσαι τη χασούρα; Και λοιπόν που τη σκέφτομαι; Όλα είναι μέσα στο πάρε-δώσε. Και στο Ιράκ σκοτώθηκε κόσμος και εξακολουθεί να σκοτώνεται εδώ και 19 ολόκληρα χρόνια για να κονομάνε κάποιοι. Και παριστάνουν και τους εκπολιτιστές και τους φιλάνθρωπους αποπάνω. Είναι αυτό που λένε και εφαρμόζουν οι Αγγλοσάξονες: “Το παιχνίδι είναι δίκαιο μόνο όσο κερδίζω εγώ”. Λοιπόν γιατί να τους λυπηθώ; Επειδή κερδίζουν;

Τι να μου πούνε τα παιδάκια με τις χαλαρωμένες από το στρές γραβάτες και τα στελέχη με τα γαλάζια πουκάμισα και τους άσπρους γιακάδες που παίζουν μονόπολυ με ξένα λεφτά; Όταν είχα 60 συμβόλαια ανοιχτά με FTSE-20 στις 1850 μονάδες, στις αρχές του ΄01; Κοντά 600.000 ευρώ θέση με περιθώριο ασφάλισης τότε 16% συν το μαξιλαράκι του. Σαράντα εκατομμύρια δραχμούλες δέσμευση όταν το φρέντο είχε 700 δρχ. στο Κολωνάκι. Τζάμπα πράμα. Και ήμουν ο μόνος που κέρδιζε. Η καλύτερή τους διαφήμιση. Εγώ πλήρωνα τα μπόνους τους, αλλά αυτοί δεν με βοήθησαν καθόλου όταν τους δόθηκε η ευκαιρία. Ούτε και ήθελα βέβαια, ούτε και περίμενα καμιά βοήθεια, γιατί είμαι lone wolf, ορκισμένος. Αλλά ούτε και την γκαντεμιά την περίμενα τόσο εκδικητική. Αυτή και ο εαυτός μου ήταν οι αντίπαλοί μου και όχι οι ψευτο-τρέιντερς. Ό,τι είχα πάρει ως τότε, το είχα δουλέψει, δεν ήταν με τις πλάτες κανενός. Και είχα πάρει λιγότερα από άλλους, αλλά ήταν πολλά. Ποτέ δεν ήμουν μοναχοφάης. Είχα μοιράσει λεφτά δεξιά και αριστερά. Ακόμα και σε αγνώστους. Όταν είσαι νέος και ερωτευμένος με αυτό που κάνεις δεν τα βλέπεις αυτά. Δεν μετράς δεκάρες. Τα χώνεις όλα και δεν το ψειρίζεις αν ο άλλος σε αγαπάει πραγματικά. Μετά όμως κάποια στιγμή, έρχεται το ξεκαθάρισμα. Εκεί μετράς τι πήρες και τι έχασες, πόσα έβαλες εσύ και πόσα οι άλλοι, ποιός πολέμησε δίπλα σου και ποιός τό ‘βαλε στα πόδια. Και τότε, ή συνεχίζεις να είσαι το κορόιδο, ή σβήνεις ανθρώπους, λεφτά, και συμπεριφορές. Και πάς σε άλλο κεφάλαιο.


Καθωσπρέπει πολιτικάντηδες και συνεργοί –ανθέλληνες ως το κόκκαλο- παντελόνιασαν διψήφια δις ο καθένας, στα σίγουρα, χωρίς ρίσκο. Η ten στήριζε κάποια χαρτιά με λεφτά του μαλάκα του φορολογούμενου και αυτοί ήξεραν τις εντολές από την προηγούμενη ημέρα. Σύμφωνοι, αγόραζε και πούλαγε η υπεράκτια, που κανείς δεν ξέρει ποιός είναι από πίσω. Όμως ποιοί κανόνισαν το ύψος της προμήθειας με το αφεντικό της χρηματιστηριακής; Τα 4 Λαμόγια αυτοπροσώπως. Άντε λοιπόν και να μην είναι εκείνοι πίσω από τις off shore, αλλά οι γυναίκες και τα παιδιά τους. Έχει καμιά διαφορά;


Να ανοίξω το στόμα μου; Θα βγούνε οι σαύρες και τα φίδια από τις τρύπες τους ντοπέ και θα τρέχουνε κατοστάρια στη Συγγρού. Έχετε δεί σαύρα να τα ρίχνει σε Πόρσε και Φερράρι; Και ρωτάω: μαλάκας είμαι να κάνω κάτι τέτοιο; Στην καλύτερη περίπτωση, οι ψεύτες και οι κερατάδες θα με τραβολογάνε για τα επόμενα 10 χρόνια στα δικαστήρια. Και στη χειρότερη, θα μου στείλουν κανένα αλλοδαπό για να μονομαχήσω. Το ξέρω το ποίημα, γι αυτό και δεν αναφέρω ποτέ ονόματα, ούτε στη μάνα μου. Σοβαρά, τα έχω ξεχάσει κι εγώ ο ίδιος. Όταν έχεις πέσει μέσα στο βόθρο ξέρεις ότι δεν καθαρίζεται με οδοντόβουρτσα. Το μόνο που σε νοιάζει είναι να βγείς. Πάντα ήμουνα τυχερός μέσα στην ατυχία μου, δεν έχω παράπονο. Τώρα τους έχω στείλει όλους στο γερο-διάολο και έχω αράξει στην μπαρμπουτιέρα μου και βγάζω ένα τίμιο μεροκάματο. Τα φυτά που σκάνε μύτη εδώ είναι λίγα. Έχω να κάνω μόνο με μαχαιροβγάλτες, ληστές, δολοφόνους και τελειωμένους ζαράκηδες. Αυτούς που αποτελούν το κατακάθι της κοινωνίας, και που τελικά είναι πιο εντάξει από εκείνους που την διοικούν. Βγάλτε μόνοι σας τον λογαριασμό. Ίσως καταλάβετε γιατί τον λένε “λυπητερή”.


...Αυτά τα λίγα.


Κι εγώ συγκριτικά με άλλους δεν ξέρω τίποτα, το αγροτικό μου έκανα. Ξώφαλτσα με βρήκε. Είναι άτομα που έχουν δεί πεντακόσιες φορές περισσότερα, και σωπαίνουν. Αλλά τί να πούν;

Βέβαια ενδέχεται όλα αυτά που διαβάσατε παραπάνω να είναι ψέματα και να τα βγάζω από το διεστραμμένο μυαλό μου. Ίσως αυτό να είναι η αλήθεια. Ένας φαύλος κύκλος του οποίου προσπαθούμε όλοι να βρούμε την άκρη.


Για τον καθένα, η αλήθεια είναι αυτό που πιστεύει. Εγώ ξέρω ότι τα ζόμπι είναι μέρος της πραγματικότητας και ότι δεν τρώνε χαρτιά. Τρώνε λεφτά και ανθρώπους.

Δεν υπάρχουν σχόλια: